in absentia - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

in absentia - translation to πορτογαλικά


in absentia      
Dir Na ausência.
Diz-se do julgamento a que o réu não está presente.

Ορισμός

just-in-time
(djâstin-táimi) sm (ingl) Econ Modelo de produção criado no Japão, que consiste em integrar componentes (fabricados por diferentes fornecedores) que chegam à linha de montagem com hora marcada. Isso possibilita que se perca o mínimo com o acúmulo de estoques e matérias-primas.

Βικιπαίδεια

In absentia

In absentia é um termo em latim que significa "em ausência." A expressão tem origem latina, e o uso mais antigo que se conhece data de 1886.

Entre outros usos, utiliza-se também em Direito como referência a processos em que o acusado não está presente na sala de julgamentos. Quando tal ausência se dá por recusa de um acusado em comparecer a juízo quando obrigado ou quando for de seu interesse, chama-se de contumácia.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για in absentia
1. Jordanian courts have convicted and sentenced al–Zarqawi in absentia.
2. He has been sentenced to death in absentia from there.
3. Five other prisoners were given life terms in absentia.
4. Zarqawi and three others were sentenced in absentia.
5. The six other defendants were being tried in absentia.